20 Δεκ 2011

Γιορτές με ψωμί κι ελιά στους Γαργαλιάνους


Οι γιορτές είναι συνυφασμένες με τον πλούτο· υλικό, πνευματικό, συναισθηματικό. Μόνο που αυτά τα Χριστούγεννα μας βρίσκουν να έχουμε αναθεωρήσει το τι σημαίνει πλούτος, αφού ολόκληρος ο πολιτισμός του νεοπλουτισμού σκορπίζεται σαν αέρας κοπανιστός. Οσο επώδυνο κι αν είναι αυτό, πίσω του υπάρχει μία μικρή ελπίδα, αρχέγονη και σίγουρη σαν μητρική αγκαλιά. Πάντα, κάθε αναγέννηση στο διάβα της Ιστορίας στηριζόταν στη στροφή προς τις πρωταρχικές αξίες· στις χρυσές ελιές και στα χρυσά στάχυα, στο λάδι και στο ψωμί. Αυτά ήταν τα βασικά συστατικά του πλούτου στη θρυλική Μεσόγειο και αποτελεί μυσταγωγία να περιδιαβάζεις τους τόπους που ζουν αυτά τα σύμβολα.


Το λάδι ρέει, ζωντανό ακόμη και με όλες τις ευωδιές της γης, να ενωθεί με το καψαλισμένο ψωμί, έτσι απλά, και στο ελαιοτριβείο ακόμη. Μετά, στο σπίτι, θα ροδίσει τις λαλαγγίδες κι αυτές με τη σειρά τους θα ενωθούν με το πετιμέζι που γίνεται από το άλλο χρυσάφι της γης, το κρασί, το άλλο συστατικό της θάλασσάς μας, ή θα μπει στον χαλβά που ταιριάζει και με το πνεύμα των ημερών. Ακόμη και τα θαλασσόχορτα στις ταβέρνες του Μαράθου γίνονται λιχουδιές με μερικές σταγόνες αγουρέλαιο. Ολα αυτά τα ζεις και τα αισθάνεσαι στον μεγαλύτερο ελαιώνα της Ελλάδας, από την Κυπαρισσία μέχρι το ανάκτορο του βασιλιά Νέστορα κι ακόμη πιο πέρα, σε ένα πανέμορφο περιβάλλον, με ένα σωρό εκπλήξεις. Εκεί όπου τα κύματα του ελαιώνα συναντιούνται με τα κύματα του Ιονίου, προβάλλουν στην παραλία του Λαγκούβαρδου οι σέρφερ για να δημιουργήσουν μια απίθανη θερινή εικόνα μέσα στον χειμώνα. Ενα αρχέγονο παιχνίδι κι αυτό πάνω σε σύγχρονη σανίδα…


Ολόκληρο το ταξιδιωτικό ρεπορτάζ στον απέραντο ελαιώνα της Τριφυλίας στο «Βήμα» της παραμονής των Χριστουγέννων

13 Δεκ 2011

Ο γύρος του Βελουχιού


Ο Ευρυτάνας Νίκος πρόσθεσε στο ταξιδιωτικό ρεπορτάζ του «Βήματος» της προηγούμενης Κυριακής μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδρομή στη «χώρα» των χριστουγεννιάτικων δένδρων:

Μια άλλη φανταστική Ευρυτανική διαδρομή είναι ο γύρος του Βελουχιού. Ασφάλτινη διαδρομή που ξεκινάει και καταλήγει στο Καρπενήσι. Εντυπωσιακές εναλλαγές υψομέτρου και βλάστησης. Έλατα, καστανιές, καρυδιές, πουρνάρια, άφθονα νερά και στο βάθος δεξιά να ρέει ο Αγιατραδίτης και στη συνέχεια ο Μέγδοβας όπως τον προτιμάμε τον Ταυρωπό. Από τη ράχη Τυμφρηστού ή από το χιονοδρομικό, φθάνουμε στην Αγία Τριάδα. Εδώ υπάρχουν οργανωμένοι ξενώνες και θα βρεις να φας κάτι. Στη συνέχεια Αγ. Παρασκευή μέσα σε οργιώδη βλαστηση. Μετά έρχεται το στολίδι της διαδρομής, οι Δομιανοί. Χαρακτηρισμένος παραδοσιακός οικισμός, με πέτρινα σπίτια, καλντερίμια, πλατεία, βρύσες, τοξοτό πέτρινο γεφύρι και πάνω απ' όλα, το χαρακτηρισμένο ως βυζαντινό μνημείο, μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου, με την κατανυκτική ατμόσφαιρα, τις συναρπαστικές αγιογραφίες του το ξυλόγλυπτο τέμπλο του και τον προσηνή Πατέρα Ηλία έτοιμο να τους υποδεχθεί. Ακολουθούν η Παπαδιά και το Παυλόπουλο για να φθάσουμε στο Στένωμα που διατηρεί την περισσότερη κτηνοτροφία ίσως όλης της Ευρυτανίας. Φυσικά κάτι θα βρείτε και εδώ να τσιμπήσετε. Μετά ανεβαίνουμε στον Αγια Αθανάσιο και κατηφορίζουμε για το Καρπενήσι. Η διαδρομή μπορεί φυσικά να γίνει και αντίστροφα και προσφέρεται για μια ημερήσια εκδρομή στην Ευρυτανική πραγματικότητα με βάση το Καρπενήσι ή μπορείτε να περάσετε ένα ευχάριστο τριήμερο διαμένοντας στους ξενώνες των χωριών. Όποια εποχή και να βρεθείτε εκεί, θα τη βρείτε μια συναρπαστική εμπειρία.

8 Δεκ 2011

Δένδρα Χριστουγέννων στο Μικρό και το Μεγάλο Χωριό


Στην άλλη άκρη της σήραγγας «Π. Μπακογιάννης» ανοίγεται ένας κόσμος πολύ διαφορετικός από αυτόν που συναντάς ανηφορίζοντας την πλαγιά του Τυμφρηστού.Αυτόν τον κόσμο συνθέτουν τα ψηλά βουνά – το Βελούχι, η Χελιδόνα, η Καλιακούδα,τα Αγραφα – τα πέτρινα χωριά, τα βουερά ποτάμια – ο Κρικελοπόταμος και ο Καρπενησιώτης που ενώνονται στα Διπόταμα για να σχηματίσουν τον Τρικεριώτη. Αυτός ο ζωηρός ποταμός κυριαρχεί στις μνήμες μας από την Ευρυτανία, καθώς σε ένα από τα αρχικά βήματα του ράφτινγκ, με οδηγό τον Μιχάλη Τσουκιά της Trekking Hellas, βρεθήκαμε όλοι σχεδόν οι επιβάτες της βάρκας στην παγωμένη αγκαλιά του ποταμού, με κομμένη την ανάσα, να μας στροβιλίζει η απίστευτη δύναμη του νερού χωρίς να χάσουμε και το κουπί μας. Τελικά σωθήκαμε όλοι και τερματίσαμε με μεγάλη περηφάνια μια διαδρομή 3ου βαθμού εκείνη την ώρα, κάτω στη γέφυρα, στο ύψος του χωριού Σαρκίνη.


Μια άλλη δυνατή εμπειρία της Ευρυτανίας ήταν η ανάβαση με οχήματα 4Χ4 τον ποταμό Ταυρωπό. Μετά αφήσαμε την κύτη του ποταμού που εκβάλει στη λίμνη των Κρεμαστών, και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε σε έναν ξεχασμένο κόσμο την πλαγιά της Χελιδώνας, μέχρι πάνω ψηλά στα άγνωστα χωριά τότε Παπαρούσι και Φιδάκια. Πριν από τα Φιδάκια βγάλαμε φωτογραφίες με τη λίμνη στο βάθος, που κανείς δεν πίστευε ότι αυτό το τοπίο υπήρχε στην Ελλάδα. Πάντα αναρωτιόμουν τι να έγινε το Παπαρούσι. Φωτογράφιζα τρεις γυναικείες φιγούρες που είχαν στο φόντο τους και ένα γαϊδουράκι. Η μια ρώτησε την άλλη: Γιατί μας φωτογραφίζει αυτός; Και η άλλη απάντησε: Για να πάρει τις φωτογραφίες στην Αθήνα και να γελάνε. Είχε δίκιο, από την ανάποδη. Πράγματι γελάμε όταν τις βλέπουμε, αλλά από ευτυχία που είχαμε την τύχη να κρατήσουμε τόσο αυθεντικές φωτογραφίες. Κανείς δεν μένει πια στο Παπαρούσι.


Τώρα είδαμε αυτόν τον ιδιαίτερο κόσμο της Ευρυτανίας διαφορετικά. Καθώς πλησιάζουν οι γιορτές, είδαμε τα ψηλά βουνά στολισμένα με εκατομμύρια χριστουγεννιάτικα δένδρα. Το 70% της Ευρυτανίας καλύπτεται από έλατα και αυτά είναι το 1/3 όλων των ελατοδασών που υπάρχουν στην Ελλάδα. Οι καστανιές δίνουν τα κάστανα για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι και ο τόπος εισχωρεί σε πλήθος άλλες γεύσεις που μπορεί να βρεθούν στο γιορτινό μενού. Γενικώς η ευωδιά της γιορτής υπάρχει διάχυτη στην ατμόσφαιρα.

29 Νοε 2011

Χειμαδίτιδα, Ζάζαρη, Πετρών, Βεγορίτιδα: Στη γη των τεσσάρων λιμνών

Το Σκλήθρο το ξημέρωμα
Σε μια επίσκεψη αστραπή στο "τοπ-μόντελ" των ευρωπαϊκών χωριών, το Νυμφαίο, έβλεπα ψηλά πάνω από το Βίτσι, κάτω στον κάμπο, να αχνοσχεδιάζονται δυο λίμνες. Φανταζόμουν ότι ήταν η Χειμαδίτιδα και η Ζάζαρη, αλλά δεν ήξερα ποια είναι ποια. Ούτε φανταζόμουν ότι αυτές οι μακρινές κηλίδες νερού ήταν η άκρη ενός υπέροχου κόσμου, που την άλλη πλευρά του οριοθετούσαν άλλες δυο λίμνες, των Πετρών και η Βεγορίτιδα. Ανάμεσά τους και άλλα δυνατά σημεία αυτού του υπέροχου κόσμου, τα χωριά Λιμνοχώρι, Σκλήθρο, Αετός, Ξινό Νερό, Αμύνταιο, Αγιος Παντελεήμονας. Ολα, μαζί και το διάσημο Νυμφαίο, εμπλουτίζουν τη γοητεία μιας ανεξερεύνητης περιοχής, γεμάτης ηθικά - φυσικά και ανθρώπινα - τοπία.
Πλάβα στη Χειμαδίτιδα
Κωπηλατώντας μέσα σε ένα διπλό κανό στη Χειμαδίτιδα, δεν μπορείς να διαλέξεις αν είναι πιο ωραίο το φυσικό τοπίο με τους καλαμιώνες και τα πουλιά που τους έχουν σπίτι τους, ή το χαμόγελο του Τάκη που με τόση καλή αύρα σε ξεναγεί ή καλύτερα σε μυεί στα μυστήρια του τόπου του. Ούτε μπορείς να ξεχωρίσεις αν είναι πιο νόστιμες οι υπέροχες γεύσεις  που απλώνουν στο τραπέζι σου ο Βαγγέλης, ο Θωμάς, ο Νίκος. Ηθικό για εμάς είναι να μαγειρεύεις και να σερβίρεις ένα φαγητό για να το γευτεί ο επισκέπτης και όχι για να τον εντυπωσιάσεις. Αυτός είναι ο χαρακτήρας των ανθρώπων και των τοπίων γενικά, αν και η παραλίμνια διαδρομή  στη Βεγορίτιδα, η ανάβαση στο Νυμφαίο, η βόλτα με άλογα με φόντο το Λιμνοχώρι, το χειμωνιάτικο Σκλήθρο το ξημέρωμα, είναι εκπληκτικά...

Ρεπορτάζ για τη γη των τεσσάρων λιμνών στα «Ταξίδια» του «Βήματος» την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου

21 Νοε 2011

Πρέσπες, ο καθρέφτης της ζωής


Μεγάλωσα στην εκ διαμέτρου αντίθετη γωνιά της Ελλάδας, στη νοτιοανατολική άκρη του Αιγαίου, και αυτό έκτισε μια ειδική σχέση με τη βορειοδυτική άκρη της Μακεδονίας. Αλλά οι «εξωτικοί» τόποι, όπως το νησί μου και οι Πρέσπες, ασκούν εξ αποστάσεως μια δυναμική γοητεία στον περιηγητή και προβάλλουν χίλια δυο εμπόδια για να μην παραδοθούν στις άπληστες αισθήσεις του, που ο ίδιος ο μύθος των τόπων τις έκανε τέτοιες. Ετσι, άργησα πολύ να πάω στις Πρέσπες και αυτή η αργοπορία θα μπορούσε να μου κοστίσει. Θες γιατί ο τόπος αποδυναμώνεται καθώς μοιράζει όλο και σε πιο πολλούς επισκέπτες κομμάτια της αυθεντικότητάς του, θες γιατί μέσα σε εσένα θεριεύουν υπερβολικές προσδοκίες, ο προορισμός καμιά φορά σε γελά. Ομως εμένα οι Πρέσπες δεν με γέλασαν και μου έδωσαν ένα πολύ ωραίο ταξίδι και στον δρόμο και στο τέρμα.


Ηταν αυτό που φανταζόμουν, μια πανέμορφη κιβωτός ζωής για τους ανθρώπους, τα πουλιά, τις μεγαλόσωμες αρκούδες, τις μικρόσωμες αγελάδες και τα γριβάδια. Ολη αυτή η ζωή ξεχειλίζει και κυλά  έξω από τις πανέμορφες εστίες της, των ανθρώπων στον Αγιο Γερμανό κυρίως, αλλά και στους Ψαράδες και στη Μικρολίμνη, των αρκούδων στις «χρυσές» και φλογάτες αυτή την εποχή πλαγιές των βουνών, των πουλιών και των γριβαδιών στη Μικρή και στη Μεγάλη Πρέσπα, των αγελάδων στο κουκλίστικο νησί του Αγίου Αχιλλείου με τα αυστηρώς 11 σπίτια του και τις πολλές βυζαντινές εκκλησιές του.


Το θαύμα της συνύπαρξης

Οι Πρέσπες είναι μια μεγάλη κιβωτός ζωής όπου συνυπάρχουν άνθρωποι, ζώα, ψάρια και φυτά. Ανθίζουν 1.500 είδη της ελληνικής χλωρίδας και στα νερά της κολυμπούν 17 είδη ψαριών. Πετούν 260 είδη πουλιών, από τα οποία ο «σταρ» της Μικρής Πρέσπας είναι ο αργυροπελεκάνος, ένα από τα μεγαλύτερα πουλιά της Γης. Εδώ αναπαράγονται 1.000-1.200 ζευγάρια, από τις 10.000 που υπάρχουν. Είναι η μεγαλύτερη αποικία στον κόσμο και το μυστήριο είναι ότι οι αργυροπελεκάνοι κάνουν φωλιές πάνω στις ίδιες νησίδες με τους λίγο μικρότερους ροδοπελεκάνους. Οι σχέσεις καλής γειτονίας είναι άριστες μεταξύ των δύο, αλλά και μεταξύ των πελεκάνων και των κορμοράνων, που αν και κυνηγούν τα ίδια ψάρια, εν τούτοις συνεργάζονται. Οι δυσκίνητοι πελεκάνοι τρώνε ενάμιση κιλό ψάρια ο καθένας την ημέρα, αλλά δεν μπορούν να βουτήξουν στα βαθιά για να τα πιάσουν. Αυτή τη δουλειά την κάνουν οι ευκίνητοι βουτηχτές κορμοράνοι, οι οποίοι ψαρεύουν για τον εαυτό τους, αλλά καθώς κυνηγούν τα ψάρια αυτά ανεβαίνουν στην επιφάνεια για να επωφεληθούν οι πελεκάνοι. Αυτές οι ιστορίες της φύσης είναι χρήσιμες ειδικά σε αυτή την περιοχή, όπου στο Βαλκανικό Διασυνοριακό Πάρκο των Πρεσπών καλούνται να συνυπάρξουν η Ελλάδα, η πΓΔΜ και η Αλβανία. Από τη Μικρή Πρέσπα μόνο μια γωνιά της κατέχει η Αλβανία, αλλά το μεγαλύτερο κομμάτι της Μεγάλης Πρέσπας το μοιράζεται με την πΓΔΜ και ένα μικρό κομμάτι έχει η Ελλάδα γύρω από το φιορδ των Ψαράδων. Βέβαια τα πουλιά, τα ψάρια, οι βίδρες κυκλοφορούν ελεύθερα, χωρίς σύνορα...


Ολόκληρο το ρεπορτάζ για τις Πρέσπες στο «Βήμα»

2 Νοε 2011

Εικόνα ζωής στις Πρέσπες

Η εικόνα δημιουργήθηκε χθες το σούρουπο από τη γέφυρα για πεζούς που ενώνει το νησί του Αγίου Αχιλλείου στη Μικρή Πρέσπα με τη στεριά

24 Οκτ 2011

Τα Τζουμέρκα των πλαγιών ή ο Άραχθος από ψηλά


Εδώ, σε αυτές τις πλαγιές των Τζουμέρκων, ψηλά πάνω από τη σμίξη του Αραχθου με την τεχνητή λίμνη του Πουρναρίου στο Κρυονέρι, μπορείς να απολαύσεις την πιο εξπρεσιονιστική πινελιά του ελληνικού τοπίου. Φτάνεις ως εδώ αφού πρώτα βγεις στον δρόμο Αρτας - Τζουμέρκων. Μπροστά μας είναι τα Πιστανιά (7 χλμ.), η Ροδαυγή (10 χλμ.), η Σκούπα και η Δαφνωτή (15 χλμ.) και πιο μακριά η Πράμαντα (50 χλμ.). Πίσω μας η Αρτα απέχει 16 χλμ.


Η λίμνη Πουρναρίου προβάλλει αμέσως τις ωραίες εικόνες της. Αυτές οι εικόνες θα γίνουν εντυπωσιακές και συμπληρώνονται από τις επιβλητικές κορυφές των Τζουμέρκων που δεν θα αργήσουν να στεφανωθούν από το πρώτο χιόνι, από τον δρόμο που αμέσως μετά τη Ροδαυγή φεύγει αριστερά για να ανηφορίσει πολύ ψηλά στο βουνό και να κατηφορίσει μετά προς τη Φανερωμένη (8 χλμ. από τη διασταύρωση). Είναι σπάνιο να βρίσκεις άσφαλτο τόσο ψηλά, όπως σπάνιες είναι και οι πανοραμικές εικόνες που προσφέρει. Αυτά όμως είναι για οδηγούς που δεν φοβούνται να βλέπουν δεξιά ή αριστερά του δρόμου το... χάος.


Περίπου 6 χλμ. μετά τη Ροδαυγή συναντάμε τον Αραχθο. Τρέχει κρουσταλλένιος κάτω από τη γέφυρα, πάνω στα λευκά χαλίκια. Μετά τη γέφυρα ο δρόμος πηγαίνει δεξιά για Κρυονέρι (1 χλμ.) και Βαθύκαμπο (2 χλμ.) και αριστερά, χωματόδρομος, χάνεται στην ομορφιά της τσιρμιτζέλας, αυτού του δένδρου με τα κατακόκκινα φύλλα. Μέσα από τα κόκκινα, τα κίτρινα φύλλα ή τα γυμνά κλαδιά, φαίνεται κάτω ο Αραχθος σαν ασημένια λεωφόρος. Οι εικόνες του Αραχθου γίνονται ακόμη πιο θεαματικές μετά το χωριό Ράμια, λίγο προτού βγούμε στην άσφαλτο.

6 Οκτ 2011

Ρέκβιεμ για τη διαδρομή της γουρνοπούλας στη Μεσσηνία


Ο Καβάφης ταίριαξε με μαεστρία τις λέξεις για να πει ότι η διαδρομή είναι κομμάτι του ταξιδιού, συχνά εξίσου ή και με μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τον προορισμό. Τώρα όμως μας νοιάζει πώς θα πάμε πιο γρήγορα στον προορισμό, τρέχοντας με μεγάλες ταχύτητες κλεισμένοι ανάμεσα σε μπάρες και ομοιόμορφα πρανή των σύγχρονων αυτοκινητοδρόμων. Η διαδρομή ως την Καλαμάτα είναι από τις τελευταίες παλαιάς χάραξης, όμως και αυτή παραδίδεται σιγά-σιγά στην ευθεία και στην ταχύτητα. Ηδη το κομμάτι από την Τρίπολη ως τα Παραδείσια, με δύο σταθμούς διοδίων και δύο τούνελ, έχει δοθεί από καιρό στην κυκλοφορία. Το υπόλοιπο κομμάτι ετοιμάζεται και έτσι βρίσκεται σε χρήση το παλιό, με όλες τις στροφές και τις ομορφιές του• και τις γουρνοπούλες του…


Ο ταξιδιώτης μπορεί ακόμη να δει τα Παραδείσια με τον ωραίο σταθμό του τρένου που δεν περνά ποτέ και τα γραφικά σπίτια, παρά την επέλαση του αλουμινίου, εκατέρωθεν του δρόμου, ο οποίος με όμορφους ελιγμούς κατηφορίζει προς το Δερβένι και μετά για τις στροφές της Τσακώνας. Αμέσως μετά το Δερβένι, στο παντοπωλείο «Τσακώνα» υπάρχει η πρώτη στάση για την παραδοσιακή στην περιοχή γουρνοπούλα και ακολουθούν άλλες τέσσερις ως αυτή στην είσοδο της Καλαμάτας. Στο παντοπωλείο υπάρχουν και άλλα παραδοσιακά προϊόντα, όπως η σφέλλα, ένα λευκό τυρί όπως η φέτα, τα λαλάγγια, αρτοσκευάσματα που μοιάζουν με τηγανίτες, το μεσσηνιακό παστό χοιρινό κρέας και το παστέλι.


Ο Αγιος Φλώρος είναι κι αυτός ένα ωραίο χωριό με παραδοσιακά σπίτια και στα δεξιά του δρόμου υπάρχουν οι πηγές του Πάμισου. Μετά ο τόπος είναι διάσπαρτος από αρχαίες τοποθεσίες, όπως η Αρχαία Θουρία, αριστερά μετά την Ανθεια, και μετά η Νέα Θουρία. Τρία χιλιόμετρα μετά τη Θουρία ο δρόμος αριστερά πηγαίνει για Ιθώμη, Μεσσήνη (5 χλμ.), Πεταλίδι (21 χλμ.) και Κορώνη (48 χλμ.), και αριστερά για Καλαμάτα (3 χλμ.).

23 Σεπ 2011

Ύδρα, άστρο του φθινοπώρου



Eνα από τα πιο γοητευτικά συστατικά της Yδρας είναι το πηγαινέλα των σκαφών μπροστά ή μέσα σε ένα γοητευτικό σκηνικό. Είναι, βλέπεις, που το νησί απεχθάνεται τα αυτοκίνητα και η επικοινωνία γινόταν πάντα με φιλικά προς το περιβάλλον μέσα, κυρίως διά θαλάσσης. Οι καροτσέρηδες σπρώχνουν ακόμη τα πρωτόγονα οχήματά τους, οι αγωγιάτες κανακίζουν τα μουλάρια και τα γαϊδούρια τους.


Τα θαλασσινά ταξί δεν ανοίγουν πια πανί, αλλά πηγαινοέρχονται έχοντας κάτι από τη νευρικότητα των αθηναϊκών _ τροχοφόρων _ ταξί. Απλώς, είναι διαφορετικό να τα βλέπεις να εισβάλλουν στο λιμάνι αφήνοντας έναν αφρισμένο ποταμό πίσω τους, μέσα από το στενό σοκάκι που αφήνουν οι πετροκτισμένοι τοίχοι του αρχοντικού του Ιάκωβου Τομπάζη και του παρακείμενου, διατηρητέου φυσικά, απλού σπιτιού. Οταν περιδιαβάζεις έναν από τους καλύτερα διατηρητέους παραδοσιακούς οικισμούς στην Ευρώπη, τότε η ομορφιά καθαγιάζει τα πάντα.


Καθώς παρακολουθείς το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα από το Καμίνι, με το νησάκι του Αγίου Νικολάου σε πρώτο πλάνο και τους λόφους της Πελοποννήσου στο φόντο, δέχεσαι αυτά τα «επιθετικά» ταχύπλοα να χαράζουν τον χρυσαφένιο καθρέφτη της θάλασσας. Και όχι μόνο τα δέχεσαι, αλλά παραδέχεσαι ότι είναι συστατικό της εξαίσιας εικόνας και ανυπομονείς να φανούν. Και ποτέ δεν περιμένεις πολύ...

11 Σεπ 2011

Ποπ αρτ στο Κλήμα της Μήλου


Το καράβι για την άκρη του νοτίου Αιγαίου έπιανε πάντα Μήλο και μέρα. Ετσι βλέπαμε καθαρά πρώτα τις Αρκούδες και μετά το Κλίμα, καθώς ταξίδευε γιαλό-γιαλό, μέσα στον κόλπο, για τον Αδάμαντα. Ο εντυπωσιακός βράχος, που θυμίζει τόσο πολύ όρθια στα δυο της πόδια άγρια αρκούδα, είναι μια από τις πολλές εκπλήξεις που εγκυμονεί το σώμα της Μήλου, τα σπλάχνα της, που κρύβουν τόσο μυστήριο, όσο αφήνει να φανεί το ύψος της Αφροδίτης της Μήλου – παιδί κι αυτό των σωθικών του νησιού – που το κράτησε για αιώνες σε μια σπηλιά στα τείχη της αρχαίας πόλης, ίσια πάνω από το Κλίμα, κοντά στην Τρυπητή, όπου την ανακάλυψε ένας γεωργός και την απήγαγαν οι Γάλλοι.


Και το Κλίμα, αυτή η ζωγραφιά με έντονα χρώματα, έχει να κάνει με τον εσωτερικό κόσμο της Μήλου, αφού αυτά τα σύρματα για τις βάρκες – με το κατώφλι τους πάνω στο κύμα – είναι τα πιο πολλά υπόσκαφα στο μαλακό πέτρωμα, το ίδιο που είναι σκαμμένες και οι κατακόμβες πιο πάνω, ανάμεσα στο Κλίμα και στο σημείο που βρέθηκε το άγαλμα της Αφροδίτης, άλλο ένα μοναδικό, υπόγειο, αξιοθέατο του νησιού.


Μα και το ίδιο το ταξίδι, εκείνο που κάναμε τότε με το καράβι, αυτό που κάναμε τώρα με το αεροπλάνο, γενικώς το ταξίδι εδώ και 15.000 χρόνια – πιστοποιήθηκε πρόσφατα – στο Αιγαίο, είχε να κάνει με τα ηφαιστειώδη έγκατα της Μήλου, με το επίσης μοναδικό πέτρωμα του οψιανού, το πρώτο κοφτερό μαχαίρι του ανθρώπου, που για χάρη του μπήκαν στην θάλασσα και δεν βγήκαν από τότε. Το τωρινό ταξίδι μας έγινε για χάρη πάλι του οψιανού, της υπέροχης συλλογής τέχνεργων του Ζαφείρη Βάου, που από εδώ και πέρα θα εκτίθεται στο Μεταλλευτικό Μουσείο Μήλου που συντηρεί στο νησί.


Κάτω στο Κλήμα οι άνθρωποι ζουν μαζί με τις βάρκες τους, είναι σαν ένα από τα έπιπλα του σπιτιού τους. Αυτά τα υπόσκαφα κτίσματα έγιναν γι αυτόν ακριβώς το λόγο. Να σέρνουν τις βάρκες από τη θάλασσα και να τις ασφαλίζουν μέσα, όταν τα κύματα θα χτυπούν την πόρτα τους. Αυτές οι πόρτες, που το κύμα ακουμπά το κατώφλι τους και τώρα το καλοκαίρι, είναι η πιο ζωηρή πινελιά αυτού του γοητευτικού οικισμού. Τις βάφουν με έντονα χρώματα – κίτρινο, πράσινο, κόκκινο, μπλε – και περιγράφουν το μικρό πορτέλο με ακόμη πιο ζωηρά χρώματα. Είναι σαν πίνακας ζωγράφου της ποπ αρτ. Ο καφές και το γλυκό κουφέτο έξω από την πόρτα αυτών των θερινών κατοικιών, με τη θάλασσα στα πόδια, είναι η ξεχωριστή εμπειρία της Μήλου.

2 Σεπ 2011

Κεφτέδες Τήνου



Κείμενο-φωτογραφία: ΚΟΣΜΑΣ ΒΙΔΟΣ

Η κουζίνα στο σπίτι της γιαγιάς μου στον Πύργο της Τήνου είχε ένα μαγικό παράθυρο, από το οποίο φαινόταν όλο το χωριό από ψηλά, σαν να πετούσες. Χωριό εκτυφλωτικά λευκό τα μεσημέρια που ο ήλιος έκανε απαγορευτική την παραμονή μας στον δρόμο. Το οποίο τα βράδια μεταμορφωνόταν σε μεταφυσικό γαλαξία, καθώς το μόνο που διέκρινα στο σκοτάδι ήταν τα φωτάκια από τα σπίτια και τα καντηλάκια στο νεκροταφείο της Σωτήρας. Μπροστά στο παράθυρο ήταν τοποθετημένο το τραπέζι (με το λουλουδάτο, πλαστικό τραπεζομάντιλο) όπου κάθε μεσημέρι (απαραιτήτως στις 12) και κάθε βράδυ (απαραιτήτως στις 8) έτρωγα τους κεφτέδες μου. Απαραιτήτως κεφτέδες. Με αυτό το φαγητό ανατράφηκα από τα 7 ως τα 10 χρόνια μου, περίοδο κατά την οποία αρνιόμουν πεισματικά να φάω οτιδήποτε άλλο: κεφτέδες, πατάτες τηγανητές (στις οποίες έστυβα λεμόνι) και ψωμί. Και αν η μητέρα μου αντιμετώπιζε με ψυχραιμία και στωικότητα (πού θα πάει, θα του περάσει...) την ιδιοτροπία μου, η γιαγιά που με φιλοξενούσε κάθε καλοκαίρι στον Πύργο (τόπος καταγωγής και των δύο γονιών μου) ζούσε με τη διαρκή αγωνία της κατάρρευσής μου από αβιταμίνωση, σκορβούτο και όποια άλλη αρρώστια γνώριζε, και της αποφράδας ώρας που «θα πρέπει να απολογηθώ στη μάνα σου που σε έστειλε για να παραθερίσεις και σε επέστρεψα άρρωστο!». Αγωνία την οποία εκδήλωνε τηγανίζοντας καθημερινά τόνους κεφτέδες και υποχρεώνοντάς με να φάω μέχρι σκασμού, «αν θέλεις να βγεις το απόγευμα και να παίξεις, γιατί εγώ νηστικό δεν σε στέλνω!». Ετσι, κάθε μεσημέρι, στις 12, καθηλωμένος μπροστά στο παράθυρο αγωνιζόμουν να καταπιώ το… νιοστό κρεατοσφαιρίδιο κοιτάζοντας έξω τα σπίτια, τους κήπους, τους περαστικούς και φτιάχνοντας με τη φαντασία μου ιστορίες, για να ξεχνάω το μαρτύριό μου. Ενα μαρτύριο που δεν τελείωνε αν δεν έτρωγα και τους 20 κεφτέδες που είχε το πιάτο μου. Γιατί τους μετρούσε. «Για να δω... Μόνο 11 έφαγες; Τελείωνε! Και θα σου έχω άλλους 20 το βράδυ!». Ωσπου αποφάσισα να επαναστατήσω. Εκτοτε κάθε φορά που το παράθυρο ήταν ανοιχτό (και η... δεσμοφύλακας είχε στραμμένη αλλού την προσοχή της) πετούσα έναν-έναν τους κεφτέδες στις γάτες που περίμεναν στον κήπο, ενώ τις ημέρες κατά τις οποίες ήταν κλειστό για να μη σπάσουν τα τζάμια από το μελτέμι, τους έκρυβα σε ένα άδειο κιούπι που βρισκόταν δίπλα στο τραπέζι. Και ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι: εγώ επειδή έτρωγα όσο ήθελα (δηλαδή ελάχιστα), η γιαγιά επειδή «επιτέλους, έγινες καλό παιδί». Επρεπε να περάσουν αρκετοί μήνες για να ανακαλύψει, την ημέρα που έκανε γενική καθαριότητα, τους εκατοντάδες μουχλιασμένους κεφτέδες μέσα στο κιούπι. Και για να εισβάλει με ένταση 9 και βάλε μποφόρ στο αθηναϊκό διαμέρισμά μας για να με απειλήσει: «Εγώ άλλο καλοκαίρι μαζί μου δεν σε παίρνω, θα παίρνω την αδελφή σου που είναι άνθρωπος!».

Εννοείται ότι και τα επόμενα καλοκαίρια μου τα πέρασα στην Τήνο, καθισμένος τα μεσημέρια στην ίδια κουζίνα, με τη γιαγιά να τηγανίζει κεφτέδες — το κιούπι το είχε απομακρύνει από τον χώρο. Και με τα μάτια μου να ταξιδεύουν έξω από το παράθυρο και να μετρούν ξανά και ξανά τα σπίτια, τους στύλους της ΔΕΗ, τα υπέρθυρα, τις αμυγδαλιές, τις μαυροφορεμένες θείες και τους θείους που περνούσαν, τα παιδιά που έπαιζαν στα μαρμάρινα σκαλιά και με φώναζαν να τους κάνω παρέα («θα πας μόνο όταν τελειώσεις το φαγητό σου!»). Με αυτές τις εικόνες χόρταινα. Με αυτές τις εικόνες τράφηκα και ανατράφηκα. Αυτές οι εικόνες με παρηγορούν όποτε επιστρέφω. Ιδιες και απαράλλαχτες όλα αυτά τα χρόνια, καθώς λίγα έχουν αλλάξει — ο χώρος έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό το ιδιαίτερο χρώμα και την ξεχωριστή ομορφιά του. Μόνο η γιαγιά, να με κυνηγά με το τηγάνι στο χέρι, λείπει.

Ο Κοσμάς Βίδος είναι δημοσιογράφος στο «Βήμα».

17 Αυγ 2011

Δεκαπενταύγουστος στην Όλυμπο: Το μυστήριο της Ελλάδας που φεύγει


Πολλές φορές αισθάνομαι τουλάχιστον περίεργα τα βλέμματα των άλλων οδηγών πάνω μου, όταν στο αυτοκίνητο ταξιδεύω με παραδοσιακή μουσική. Τους καταλαβαίνω που δεν με καταλαβαίνουν, όχι μόνο γιατί αυτές οι μουσικές που μου αρέσουν πιο πολύ, ντύνουν ακατανόητα λόγια, αλλά γιατί δεν έχουν ζήσει την πατρίδα αυτών των τραγουδιών. Ακόμη κι αν μπορούσες να καταλάβεις τι λένε τα κυπριακά τραγούδια, δεν θα τα αισθανόσουν με όλη τη δύναμή τους αν δεν γλεντούσες στο κελάρι του Λόντου στη Βάσα, στο Τρόοδος, με τον Μιχάλη Ττερλικά. Πολύ περισσότερο δεν μπορείς να καταλάβεις την ατόφια Δωρική διάλεκτο της Ελύμπου, ούτε τον «χορευτογηρέτη» ήχο της τσαμπούνας, αν δεν τον ακούσεις να συνοδεύει τον άλλο Μιχάλη, τον Ζωγραφίδη, καθώς τραγουδά σε ένα δώμα, ψηλά πάνω από το Καρπάθιο πέλαγος που σαρώνει ο μπονέντης. Αυτά είναι μυστήρια που ο σπουδαίος φωτογράφος Κωνσταντίνος Μάνος μας έμαθε να συλλαβίζουμε με το απίθανο «A Greek portfolio». Οι πιο δυνατές φωτογραφίες του ήταν από την Ελυμπο, από την καθημερινή ζωή της και τα πανηγύρια της. Όταν μας μυούσε στο πνεύμα της Ελλάδας που φεύγει με τις ομιλίες και τα σεμινάριά του, δεν φανταζόμαστε ότι θα «συγκρουόμασταν» στο Πλατύ, στο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου, φωτογραφίζοντας χαμηλά τις στολισμένες με πολύχρωμες χάντρες κοτσίδες των κοριτσιών που φορούσαν τις παραδοσιακές στολές τους, μέσα σε μια θάλασσα ήχων, χρωμάτων και μυστηρίων της Ελλάδας που φεύγει…


Εικόνες του Δεκαπενταύγουστου από την Όλυμπο της Καρπάθου

4 Αυγ 2011

«Πόρτα γιγάντια του Αιγαίου» στη Νάξο


Ένας στίχος του Μιχάλη Περιστεράκη από το ποίημα «Μπάλος στα Παλάτια» χαρακτηρίζει με τον καλύτερο τρόπο την εμβληματική Πορτάρα. Γενικώς οι πύλες παίζουν σπουδαίο ρόλο στη ζωή της πολιτείας της Νάξου. Βγαίνεις από την Τρανή Πύλη του Κάστρου και κατεβαίνεις τα σκαλοπάτια για την Παλαιά Αγορά και χάνεσαι στα στενά σοκάκια της, κάτω από τα τόξα.  Κάποια σημεία είναι κομμάτια της ζωής αυτής της γοητευτικής πολιτείας, όπως το κατάστημα «Τέχνη» της Ελένης Χατζηανδρέου, η Μουσειακή Λαογραφική Συλλογή του Βασίλη και της Κάθριν Κουτελιέρη που στεγάζεται σε ένα διαμορφωμένο μεσαιωνικό κτίριο, ή το πιο παλιό μπαρ της Νάξου, το «Fragile» του Γιώργου Γκούφα. Από τις τρεις πύλες της Παλαιάς Αγοράς – την Εβραϊκή, την Καθολική με την Παναγία των Χιόνων δίπλα της και την Ορθόδοξη με τον Προφήτη Ηλία – βγαίνεις στην προκυμαία, και πηγαίνεις αριστερά ή δεξιά για τη Γκρόττα, την παραλία με τη βυθισμένη αρχαία πόλη, απέναντι στην οποία είναι το νησάκι Παλάτια με την Πορτάρα. Την ώρα του ηλιοβασιλέματος η πύλη που έμεινε όρθια από τον μαρμάρινο αρχαϊκό ναό ζει την πιο ρομαντική στιγμή της. Ο κατακόκκινος ήλιος ακουμπά την Πάρο και τις καρδιές των ανθρώπων που καθισμένοι στις αρχαίες πέτρες απολαμβάνουν τη μοναδική στιγμή. Τα πυρωμένα από τον ήλιο που φεύγει μάρμαρα μεταφέρουν τη θέρμη τους και στα σώματα που ακίνητα λούζονται στο λυκόφως.

28 Ιουλ 2011

Επάνω στη διαγώνιο του Αιγαίου για την Κάσο


Ο πλους πάνω σε μια διαγώνιο του Αιγαίου, είναι εξαιρετική εμπειρία. Πριν αρχίσεις να κάνεις σλάλομ μέσα στον χάρτη των Κυκλάδων νήσων, περνάς ανάμεσα στο πλήθος των πλεούμενων που αυλακώνουν τον ειδυλλιακό, αυτή την πρωινή ώρα, Σαρωνικό. Το σκάφος που κουμαντάρουμε και μας κουμαντάρει, το δυναμικό «Free George», αφήνει βαθύ το ίχνος του πάνω στο νερό, που κατρακυλά για να ενωθεί και να σβήσουν μαζί, με τα άλλα ίχνη των κοντινών και των μακρινών ταξιδιών.


Η διαδοχή των νησιών μετά από τις ιερές κολώνες του Σουνίου, μοιάζει με στροφή ποιήματος του παγανιστή Οδυσσέα Ελύτη που αιωρείται πάνω από τούτες τις ρότες των καραβιών και των αισθήσεων: Η Τζιά, η Κύθνος, η Σύρος στο βάθος, το σφηνοειδές Πιπέρι, κατά τη μεριά που ο Φοίβος σκαρφαλώνει στον ουρανό. Η Σέριφος κατά τη δύση, με τον Ταξιάρχη και την ωραία χώρα της, και η Σίφνος, και η Φολέγανδρος και η Κίμωλος. Στην άλλη όχθη, την ανατολική, η Σερφοπούλα και το Στρογγυλό, η Αντίπαρος, η Πάρος, ο ψηλός Ζας της Νάξου, η  Ηρακλειά, όλα μια γραμμή στον ορίζοντα. Το πλάνο αλλάζει, και καθώς η Νάξος και η Ηρακλειά αφήνουν ένα στενό πέρασμα για να φανεί το Κουφονήσι, μπροστά μάς κλείνει τον δρόμο η Ίος, που σε καλεί με τον παλιό φάρο να μπεις στο λιμνιώνα του Γιαλού και να γοητευτείς από τις καμπύλες της εκκλησιάς της Αγίας Ειρήνης, από τις ωραιότερες του Αιγαίου.


Η Ίος δείχνει το Μαγγανάρι της καθώς σε αποχαιρετά και σε παραδίδει στη θέα των ακτών της μυθικής Σαντορίνης, που κι εκείνη με τη σειρά της σε πρώχνει μαλακά προς τη μικρή Ανάφη και τα σπίτια της Χώρας που σαν κοπάδι αιγαιόγλαρων λες και ξεκουράζονται στη λοφογραμμή. Τα σπίτια της Χώρας συνεχίζουν να φαίνονται ακόμη κι όταν ο Κάλαμος, ο θεόρατος βράχος στον οποίο καταλήγει η Ανάφη, αρχίζει να πληρώνει τα μάτια. Αρχίζεις να πιστεύεις ότι όντως το νησί θα πρέπει να «ανεφάνη» από τα κύματα με θέλημα του Απόλλωνα για να βρουν λιμάνι οι Αργοναύτες και να σωθούν από τη θαλασσοταραχή. Η δυνατή εικόνα ξεθωριάζει σιγά-σιγά, καθώς στο ατελείωτο, ζωηρό, πέλαγος απλώνεται μια ερημία όπως αυτή των εγκαταλελειμμένων  μοναστηριών.


Τα μάτια πονάνε από την απεραντοσύνη που διασκεδάζουν δυό ερημονήσια, η Χαμηλή  και στο βάθος τα (Δ)υ(β)ούνια. Ούτε θαλασσοπούλι δεν φαίνεται πουθενά, ούτε και δελφίνι. Τα γρήγορα σκάφη τρομάζουν τα δελφίνια και κολυμπούν σε απόσταση. Οι μηχανές τους τα φοβίζουν και έτσι γρήγορα που είναι, φοβούνται να παραβγούν και να παίξουν μαζί τους. Τα κύματα όμως δεν φοβούναι τα σύγχρονα σκαριά και αντιστέκονται. Πρέπει να μειώσουν την ταχύτητά τους, να υποτάξουν μ' άλλα λόγια τον εγωισμό τους για να καβαλικέψουν μαλακά, χωρίς ταραχή για τους επιβάτες. Ετσι με μια συνεχή συνδιαλαγή με τα κύματα, φτάνουμε μπροστά στην αλυσίδα των νησιών που σαν περιδέραιο κρέμονται στο λαιμό της Κάσου. Περνάμε ανάμεσα από τα Αρμάθια και το Περιονήσι και βάζουμε πλώρη για το λιμάνι της Μπούκας. Είναι σαν να επιστρέφουμε σπίτι...

9 Ιουλ 2011

Η αμεριμνησία των μελτεμιών στην Ηρακλειά


Με δύο μικροσκοπικά χωριά, τον Άγιο Γεώργιο και την Παναγιά, με μια μεγάλη κρύπτη βαθιά στο σώμα της, με ζωντανές ακτές που ανοίγουν την αγκαλιά τους στο Λιβάδι, στο Τουρκοπήγαδο, αλλά και στην Αλιμιά, στη Βορινή Σπηλιά και στον Καρβουνόλακκο, με ένα περιδέραιο μικρονησίδων γύρω της, το νησί είναι ένα χαμόγελο της μικρής στεριάς προς τη μεγάλη θάλασσα


Ο Οδυσσέας Ελύτης πλάθει την ατμόσφαιρα των Μικρών Κυκλάδων από τα πρώτα κιόλας ποιήματα «Του Αιγαίου»:

Ο έρωτας

Το καράβι του

Κι η αμεριμνησία των μελτεμιών του

Κι ο φλόκος της ελπίδας του

Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ένα νησί λικνίζει

Τον ερχομό.

Αυτή η ατμόσφαιρα λες και έχει ρίξει άγκυρα στον όρμο του Αγίου Γεωργίου της Ηρακλειάς, της πρώτης των Μικρών Κυκλάδων που συναντά ο «Σκοπελίτης» ερχόμενος από τη Χώρα της Νάξου. Το καράβι ταράσσει την ηρεμία του μικρού λιμανιού, ξεσηκώνοντας τους μόνιμους κατοίκους – τον χειμώνα είναι γύρω στους 100 – και τους πολλούς καλοκαιρινούς επισκέπτες που κατέφθασαν ήδη, αλλά και τις παρέες των γλάρων που ησύχαζαν στις ξερολιθιές, στα βράχια και στην κορυφή της πλωριάς καμπύλης των τρεχαντηριών.


Από τον απέναντι ψηλό βράχο ένας τολμηρός προκαλεί τη δική του ελαφριά ταραχή στον όρμο του Αγίου Γεωργίου επιχειρώντας μια θεαματική βουτιά στα ήρεμα νερά. Ωστόσο αυτό ακριβώς είναι η Ηρακλειά: τολμηρή βουτιά στα μυστήρια της θάλασσας και μικρές ταραχές στο άγγιγμα της στεριάς και των ζωντανών οργανισμών της με τον υγρό κόσμο των αμέριμνων μελτεμιών που σαρώνουν το νησί...

6 Ιουλ 2011

Η καλή ώρα της Νάξου ΙΙ


Το ταξίδι μας στη Νάξο τελείωσε ήδη από την περασμένη Κυριακή, αλλά αμέσως μόλις η Πορτάρα και το φόντο της γοητευτικής Χώρας με το κάστρο έμεινε πίσω μας, άνοιξε μποστά μας ένα καινούργιο ταξίδι, μια νέα σχέση με το νησί, μεγαλύτερης διάρκειας, αέναο. Γιατί η Νάξος δεν είναι μια παροδική καλοκαιρινή σχέση, αλλά δεσμός...


Η Νάξος είναι μεγάλη και προκαλεί μεγάλα συναισθήματα. Το πιο μεγάλο από όλα είναι η πληρότητα. Μέσα στην αγκαλιά της αισθάνεσαι γεμάτος. Δεν σε διασκεδάζει απλώς, σε γεμίζει, σαν τον μελωδικό ήχο της παραδοσιακής τσαμπούνας παρέα με το τουμπάκι στο πανηγύρι προς τιμήν των ψαράδων στον Απόλλωνα, στην άκρη της πλαγιάς όπου παραμένει ξαπλωμένος ο γιγαντιαίος κούρος, εγκαταλελειμμένος πάνω στους αιώνες από τους αρχαίους γλύπτες. Να, αυτό είναι ένα από τις πολλές χάρες της Νάξου, η συνύπαρξη των ρωμαλαίων κούρων σκορπισμένων στις ερημιές με τα κομψά κυκλαδικά ειδώλια στο αρχαιολογικό μουσείο του Κάστρου της Χώρας, του ψηλού Ζα με το νησάκι Παλάτια που στολίζει η Πορτάρα, το στολίδι Χαλκί με το παρακείμενο Φιλότι, το μεγαλύτερο χωριό των Κυκλάδων, οι ανοιχτοί δρόμοι της Τραγαίας με τα σοκάκια της παλιάς Χώρας, οι μεγαλόπρεποι πύργοι με τα ταπεινά μητάτα, η σταρ των ελληνικών χωριών Απεράθου με το Κουρνοχώρι, η ίδια η Νάξος με τις Μικρές Κυκλάδες.


Μετά είναι η αυτάρκεια. Όσα βλέπεις, όσα γεύεσαι, όσα αισθάνεσαι είναι δικά τους, από το νησί τους, από τον κήπο τους, από την ψυχή τους. Το τοπίο υπαγόρευσε τη ζωή των ανθρώπων και οι άνθρωποι χάραξαν τις βασικές γραμμές της ζωής και της ιστορίας τους πάνω στο τοπίο, περίπου όπως οι άνθρωποι του πρώτου κυκλαδικού πολιτισμού χάραξαν τους χορευτές πάνω στην πέτρα στο Κορφί τ' Αρωνιού. Κι αυτά που έγιναν για τους επισκέπτες, δεν σκεπάζουν τη ζωή των ίδιων των κατοίκων, αλλά κάπου είναι, ίσως, και ένα κομμάτι της, το κομμάτι του Ξένιου Διός που δεν είναι ξένος στη Νάξο. Με άλλα λόγια, κάπου μέσα στην τουριστική ανάπτυξη, η παράδοση της φιλοξενείας, υπερισχύει της εκμετάλευσης. Είναι ένας ακόμη λόγος που οι σχέση των επισκεπτών με νησί είναι μακροχρόνια.