14 Ιουλ 2012

Κάσος και Δημήτρης Κούκος: «Βρήκα το νησί των ονείρων μου»

Ο ζωγράφος Δημήτρης Κούκος, η επίσης ζωγράφος σύζυγός του Αντα Τσιροπούλου και η κόρη τους Βάσω κατέβηκαν από το καράβι που ερχόταν από τη Ρόδο και μας προσπέρασαν απορροφημένοι καθώς ήταν από την εικόνα των σπιτιών του Φρυ που αγκάλιαζαν το λιμάνι, των άλλων χωριών που αγκάλιαζαν το Φρυ και τα βουνά που αγκάλιαζαν τα χωριά και το Φρυ. Αργότερα, ο Δημήτρης Κούκος, ο δεξιοτέχνης του χρώματος που με ασαφή υλικά δημιουργεί μια πολύ δυνατή αίσθηση του τόπου, θα μας πει: «Οταν άρχισα να ζωγραφίζω, μου έβγαιναν θύμησες από τα όνειρά μου. Οχι από άλλα νησιά, αλλά από τα όνειρα που έκανα παιδί. Ονειρευόμουν να βρω ένα νησάκι, το έβλεπα στη φαντασία μου, με ζεστά χρώματα και ζεστούς ανθρώπους».

Τα ζεστά χρώματα της Κάσου είναι η ώχρα και η όμπρα (τα γήινα χρώματα) σε συνδυασμό με το γκρίζο και το κόκκινο. Οσο για τους ανθρώπους, ο Δημήτρης Κούκος λέει: «Πρώτη φορά είδα ένα νησί να γίνεται κάθε μεσημέρι και κάθε βράδυ μια παρέα και να συγκεντρώνεται το μεσημέρι στον Εμπορειό και το βράδυ στην Μπούκα». Η Μπούκα, έτσι όπως την αγκαλιάζουν τα σπίτια του Φρυ, ήταν από τα πρώτα θέματα που κέρδισαν την προσοχή του ζωγράφου. Σε πρώτο πλάνο έβαζε τα ιδιαίτερα κασιώτικα σπίτια, στο χρώμα της ώχρας. «Η Κάσος έχει πολύ ωραία σπίτια με το άρωμα των καιρών, που δεν τα βρίσκεις σε άλλα νησιά» σχολιάζει. «Αυτή τη μονόριχτη, επικλινή, σκεπή δεν την έχω δει πουθενά αλλού και την έχω ζωγραφίσει πάρα πολλές φορές».

Ο Δημήτρης Κούκος, καθώς ζωγραφίζει μόνο εκ του φυσικού, βρίσκει τα θέματά του στον δρόμο. Σταματά, απλώνει τους μουσαμάδες του, παιδεύει ώρες τα χρώματά του το ένα πάνω στο άλλο, και στο τέλος αφήνει τους μουσαμάδες πάνω στους βράχους να στεγνώσουν. Το ίδιο έκανε και στην ταράτσα της ταβέρνας «Εμπορειός». Ζωγράφιζε απέναντι το πιο ψηλό βουνό της Κάσου να κατεβαίνει ως τη θάλασσα, ενώ η Αντα Τσιροπούλου ζωγράφιζε την Παναγία του Εμπορειού με τους φοίνικες στην αυλή της. Ο Μιχάλης του Αγά «ζωγράφιζε» και εκείνος στην κουζίνα του, αλλά τον έτρωγε η περιέργεια τι έκαναν οι ζωγράφοι στην ταράτσα του, ωστόσο δεν ανέβηκε ούτε όταν ήταν εκεί ούτε όταν άφησαν τα έργα τους να στεγνώσουν και έφυγαν…

Μια από τις μεριές της Κάσου που συγκίνησε πάρα πολύ τον Δημήτρη Κούκο ήταν η διαδρομή μετά το αεροδρόμιο, προς τον Αγιο Κωνσταντίνο και τον Αντιπέρατο. «Ηταν σαν να το είχα ξαναδεί αυτό το τοπίο. Και τότε συνειδητοποίησα ότι ήταν ένα μέρος από τα όνειρα που έβλεπα παιδί». Από τις δυνατές εικόνες της Κάσου είναι, κατά τον Δημήτρη Κούκο, η θέα από τον Προφήτη Ηλία, όπου ανέβηκε με τα πόδια, και το χωριό Πόλι, στον δρόμο για τον Αϊ-Μάμα. «Το χρώμα της Κάσου το κατάλαβα καλύτερα όταν άρχισα να περπατώ προς τα βουνά. Στον Αγιο Μάμα, το μοναστήρι, ο φοίνικας, τα ξερά κλαδιά, οι βράχοι και το πέλαγος από κάτω, αυτό το τελείως απόκρημνο, δημιουργεί μια πρωτόγνωρη ένταση».
Ο ζωγράφος ξεχωρίζει επίσης και το ταξίδι στ’ Αρμάθια. «Το νησί δίνει μια ωραία αίσθηση, όπως και το ταξίδι ως εκεί. Αισθάνεσαι καλύτερα την Κάσο όταν τη βλέπεις από απέναντι. Τελικά αυτό το νησί, το ζεστό και το άφθαρτο, το σκεφτόμουν πάντα»…